Ο Μυστράς ήταν Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, πολύ κοντά στη Σπάρτη. Σήμερα είναι ερειπωμένος, αν και έχουν αναστηλωθεί ορισμένα κτίσματα, και αποτελεί πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού των δύο τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου.
Η ιστορία "της νεκρής πολιτείας" σήμερα του Μυστρά αρχίζει από τα μέσα του 13ου αιώνα, όταν συμπληρώθηκε η κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους. Το 1249 ο Γουλιέλμος Β' Βιλλαρδουίνος έκτισε το κάστρο του στην ανατολική πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή ενός υψώματος με απότομη και κωνοειδή μορφή, που λεγόταν Μυστράς ή Μυζυθράς.
Ο Μυστράς εξελίχθηκε σε μια σπουδαία καστροπολιτεία και έγινε πρωτεύουσα του Δεσποτάτου του Μωρέως. Συνέχισε να είναι σημαντική πόλη στους επόμενους αιώνες μέχρι τα πρώτα μεταεπαναστατικά χρόνια, οπότε εγκαταλείφθηκε.
Σήμερα ο Μυστράς είναι μακράν το πιο σημαντικό Βυζαντινό μνημείο στην Ελλάδα.
Είναι πολύ πιθανό, ο βασικός λόγος για την απόφαση των Φράγκων να χτίσουν κάστρο σε αυτό το σημείο να ήταν η γειτνίαση με την αρχαία Σπάρτη. Για τους Φράγκους , πολύ περισσότερο από ό,τι για τους Βυζαντινούς, η κτήση ενός κάστρου ήταν κάτι περισσότερο από στρατηγική επιλογή. Ήταν κυρίως επίδειξη δύναμης και σύμβολο επιτυχίας. Ιδιαίτερα ένα κάστρο στη Σπάρτη θα πρέπει να είχε πρόσθετη συμβολική αξία για τους Δυτικούς και να προσέδιδε ακόμα μεγαλύτερο κύρος και μάλιστα διεθνώς.
Ήταν ο πρίγκηπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος αυτός που ίδρυσε το Μυστρά εγκαινιάζοντας μία ένδοξη και πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή έξι αιώνων. Το 1249 ο Φράγκος ηγεμόνας έκτισε στον λόφο του Μυζυθρά το περίφημο ομώνυμο κάστρο, το οποίο έμελλε πολύ σύντομα να εξελιχθεί σε μοναδική καστροπολιτεία και μία από τις σημαντικότερες υστεροβυζαντινές πόλεις.
Το 1259, στη μάχη της Πελαγονίας, ο Φράγκος πρίγκιπας συλλαμβάνεται αιχμάλωτος. Για την απελευθέρωσή του ο βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος απαιτεί ως λύτρα την παράδοση των κάστρων της Μονεμβασίας, της Μαΐνης και του Μυζηθρά, τα οποία και παραδίδονται τρία χρόνια αργότερα, το 1262. Ο Μυστράς γίνεται έδρα βυζαντινού στρατηγού του «σεβαστοκράτορος» και από τότε άρχισε η κυρίως ιστορική περίοδός του, που διήρκεσε δύο αιώνες. Οι κάτοικοι της γειτονικής Λακεδαίμονος έρχονται και εγκαθίστανται γύρω από το κάστρο, γι' αυτό και η κατοικημένη περιοχή, που ονομάζεται Χώρα οχυρώθηκε με τείχος. Συν τω χρόνω, δημιουργήθηκε και νέα συνοικία, έξω από το τείχος, που ονομάστηκε Kάτω Xώρα και προστατεύθηκε επίσης με τείχος.
Το 1289 η ''κεφαλή'', ο επαρχιακός διοικητής των βυζαντινών κτίσεων της Πελοποννήσου, μεταφέρει την έδρα του από τη Μονεμβασία στο Μυστρά. Από το 1308 το σύστημα της διοικήσεως μεταβάλλεται και οι στρατηγοί γίνονται μόνιμοι διοικητές, ενώ το 1349 ο Μυστράς γίνεται η πρωτεύουσα του ημιαυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως με πρώτο ''Δεσπότη'' τον Μανουήλ Καντακουζηνό (1349-1380), γιο του αυτοκράτορα Ιωάννη Στ΄.
Το 1383 τη δυναστεία των Καντακουζηνών διαδέχεται στο Μυστρά η αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων με πρώτο εκπρόσωπό της τον Θεόδωρο Α΄ Παλαιολόγο (1380/1-1407).
Η συνετή διοίκηση συνετέλεσε ώστε ο Μυστράς να επεκτείνει την εξουσία του σε όλη την Πελοπόννησο και να γίνει εστία της πολιτικής και πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας, καθώς και το κέντρο της αναγεννήσεως των γραμμάτων και των τεχνών. Σοφοί, καλλιτέχνες και λόγιοι συγκεντρώνονταν στην αυλή του Δεσπότου, σπουδαιότερος και σημαντικότερος απ' όλους, ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων.
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους Δεσπότες του Μυστρά κατέχει ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1443-1448), προτελευταίος στη σειρά Δεσπότης, ο οποίος, έχοντας διαδεχθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο τον αδελφό του Ιωάννη Η΄ (1425-1448), θα σκοτωθεί στην πολιορκία και άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453.
Το 1460 ο Μυστράς θα παραδοθεί στον Μωάμεθ Β’ από τον τελευταίο Δεσπότη Δημήτριο Παλαιολόγο. Από το 1460 έως το 1540 ο Μυστράς, πρωτεύουσα πλέον του Οθωμανικού σαντζακίου της Πελοποννήσου, γίνεται ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής και εμπορίας μεταξιού της ανατολικής Μεσογείου. Μικρή διακοπή στη μακραίωνη τουρκική κατοχή αποτελεί η περίοδος της Ενετοκρατίας, από το 1687 έως το 1715, περίοδο κατά την οποία όλη η Πελοπόννησος ήταν Ενετική.
Το 1770, κατά την επανάσταση του Ορλώφ, ένα μικρό στράτευμα Ελλήνων και Ρώσων πολιόρκησε την τουρκική φρουρά μέσα στο κάστρο. Τότε οι Τούρκοι κάτοικοι της πόλεως, αν και παραδόθηκαν με τον όρο να εξέλθουν με τις οικογένειές τους, κατά την έξοδό τους σφαγιάστηκαν από τους απείθαρχους Μανιάτες. Η σφαγή σταμάτησε μόνο χάρη στον τότε Μητροπολίτη που μπήκε στη μέση κρατώντας ένα σταυρό. Με τη λήξη των Ορλωφικών, ο Μυστράς καταστράφηκε από τους Τουρκαλβανούς που τον ανακατέλαβαν, και τότε άρχισε η οριστική πτώση.
Στην επανάσταση του 1821 η συμμετοχή του Μυστρά είναι σημαντική. Το 1825 λεηλατήθηκε από τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ και από τότε σιγά σιγά εγκαταλείφθηκε και ιδρύθηκε ο νέος Μυστράς, το σημερινό ομώνυμο χωριό στους πρόποδες του λόφου. Με την ίδρυση του ελεύθερου κράτους, οι Αρχές της επαρχίας Λακωνίας εγκαταστάθηκαν στον ερειπωμένο Μυστρά, λίγο όμως αργότερα, το 1834 ο Βασιλιάς Όθων θεμελίωσε τη νέα πόλη, τη Σπάρτη, επί του πρώτου πολεοδομικού σχεδίου που εκπονήθηκε στην Ελλάδα, μετά από αίτηση των κατοίκων του Μυστρά να επανασχεδιαστεί η πόλη της Σπάρτης. Ο σχεδιασμός είχε ήδη δρομολογηθεί από τον Ιωάννη Καποδίστρια πριν τη δολοφονία του. Από τότε ο Μυστράς ουσιαστικά ερημώνεται.
Οι τελευταίοι κάτοικοί του θα εγκαταλείψουν την καστροπολιτεία το 1953 μετά την απαλλοτρίωση του χώρου από το ελληνικό κράτος. Είχε προηγηθεί, το 1921, η κήρυξη του χώρου με βασιλικό διάταγμα ως προέχον βυζαντινό μνημείο.
Το 1989 με απόφαση της αρμόδιας επιτροπής της Unesco, ο Μυστράς εγγράφεται ως πολιτιστικό αγαθό στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Στην Άνω Χώρα ξεχωρίζουν τα Παλάτια των Δεσποτών. Έχουν χτιστεί σε διαφορετικές περιόδους (13ος-15ος αιών) και σχηματίζουν ένα μεγάλο συγκρότημα όπου δεσπόζει η αίθουσα του θρόνου.
Στην Κάτω Χώρα ξεχωρίζει η Μητρόπολη, δηλαδή ο ναός του Αγίου Δημητρίου, όπου στέφθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1449 ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄Παλαιολόγος.
Άλλες εκκλησίες που ξεχωρίζουν:
Η Μονή Βροντοχίου που ίδρυσε ο ηγούμενος Παχώμιος. Περιλαμβάνει τους ναούς των Αγίων Θεοδώρων (1290-1295) και την Οδηγήτρια ή «Αφεντικό» (1312-1322) όπου διασώζονται εξαιρετικές τοιχογραφίες.
Η Περίβλεπτος, εκκλησία που έχει προσαρτηθεί σε σπηλαιώδη βράχο.
Η Ευαγγελίστρα, μικρός και κομψός ναός με ταφικά προτειχίσματα.
Η Παντάνασσα, αριστουργηματική κατασκευή του πρωτοστράτορα Ιωάννη Φραγγόπουλου με περίτεχνο διάκοσμο.
Το Φράγκικο κάστρο στην κορυφή δεσπόζει σε όλο το βράχο. Είναι προσβάσιμο από την Άνω Χώρα και απαιτεί πεζοπορική ανάβαση 10-20 λεπτών.
Στο Μυστρά υπάρχει και αρχαιολογικό μουσείο που στεγάζεται σε διώροφο πέτρινο κτίριο του 1754, με ενδιαφέροντα χειρόγραφα, κοσμήματα, ανάγλυφα και άλλα Βυζαντινά εκθέματα.
πηγη
Η ιστορία "της νεκρής πολιτείας" σήμερα του Μυστρά αρχίζει από τα μέσα του 13ου αιώνα, όταν συμπληρώθηκε η κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους. Το 1249 ο Γουλιέλμος Β' Βιλλαρδουίνος έκτισε το κάστρο του στην ανατολική πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή ενός υψώματος με απότομη και κωνοειδή μορφή, που λεγόταν Μυστράς ή Μυζυθράς.
Ο Μυστράς εξελίχθηκε σε μια σπουδαία καστροπολιτεία και έγινε πρωτεύουσα του Δεσποτάτου του Μωρέως. Συνέχισε να είναι σημαντική πόλη στους επόμενους αιώνες μέχρι τα πρώτα μεταεπαναστατικά χρόνια, οπότε εγκαταλείφθηκε.
Σήμερα ο Μυστράς είναι μακράν το πιο σημαντικό Βυζαντινό μνημείο στην Ελλάδα.
Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία
Το κάστρο βρίσκεται σε απότομο ύψωμα που δεσπόζει στην εύφορη κοιλάδα του Ευρώτα, έξι χιλιόμετρα δυτικά της ΣπάρτηςΕίναι πολύ πιθανό, ο βασικός λόγος για την απόφαση των Φράγκων να χτίσουν κάστρο σε αυτό το σημείο να ήταν η γειτνίαση με την αρχαία Σπάρτη. Για τους Φράγκους , πολύ περισσότερο από ό,τι για τους Βυζαντινούς, η κτήση ενός κάστρου ήταν κάτι περισσότερο από στρατηγική επιλογή. Ήταν κυρίως επίδειξη δύναμης και σύμβολο επιτυχίας. Ιδιαίτερα ένα κάστρο στη Σπάρτη θα πρέπει να είχε πρόσθετη συμβολική αξία για τους Δυτικούς και να προσέδιδε ακόμα μεγαλύτερο κύρος και μάλιστα διεθνώς.
Το Όνομα του Κάστρου
Το ύψωμα στο οποίο χτίστηκε το κάστρο είχε απότομη και κωνοειδή μορφή και ονομαζόταν Μυζυθράς , και μετά από παραφθορά, Μυστράς. Το «Μυζυθράς» προέρχεται είτε από το όνομα παλαιότερου ιδιοκτήτη που λεγόταν Μυζηθράς είτε -το πιο πιθανό- οφείλεται στο σχήμα του που θυμίζει μαστό (αρχαιοελληνικά=μαζός). Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο λόφος πήρε αυτό το όνομα από το ομώνυμο τυρί, λόγω σχήματος.Ιστορία
Η ίδρυση του Μυστρά συνδέεται με την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας το 1204: η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατακερματίζεται και η Πελοπόννησος παραχωρείται στη φράγκικη οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων.Ήταν ο πρίγκηπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος αυτός που ίδρυσε το Μυστρά εγκαινιάζοντας μία ένδοξη και πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή έξι αιώνων. Το 1249 ο Φράγκος ηγεμόνας έκτισε στον λόφο του Μυζυθρά το περίφημο ομώνυμο κάστρο, το οποίο έμελλε πολύ σύντομα να εξελιχθεί σε μοναδική καστροπολιτεία και μία από τις σημαντικότερες υστεροβυζαντινές πόλεις.
Το 1259, στη μάχη της Πελαγονίας, ο Φράγκος πρίγκιπας συλλαμβάνεται αιχμάλωτος. Για την απελευθέρωσή του ο βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος απαιτεί ως λύτρα την παράδοση των κάστρων της Μονεμβασίας, της Μαΐνης και του Μυζηθρά, τα οποία και παραδίδονται τρία χρόνια αργότερα, το 1262. Ο Μυστράς γίνεται έδρα βυζαντινού στρατηγού του «σεβαστοκράτορος» και από τότε άρχισε η κυρίως ιστορική περίοδός του, που διήρκεσε δύο αιώνες. Οι κάτοικοι της γειτονικής Λακεδαίμονος έρχονται και εγκαθίστανται γύρω από το κάστρο, γι' αυτό και η κατοικημένη περιοχή, που ονομάζεται Χώρα οχυρώθηκε με τείχος. Συν τω χρόνω, δημιουργήθηκε και νέα συνοικία, έξω από το τείχος, που ονομάστηκε Kάτω Xώρα και προστατεύθηκε επίσης με τείχος.
Το 1289 η ''κεφαλή'', ο επαρχιακός διοικητής των βυζαντινών κτίσεων της Πελοποννήσου, μεταφέρει την έδρα του από τη Μονεμβασία στο Μυστρά. Από το 1308 το σύστημα της διοικήσεως μεταβάλλεται και οι στρατηγοί γίνονται μόνιμοι διοικητές, ενώ το 1349 ο Μυστράς γίνεται η πρωτεύουσα του ημιαυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως με πρώτο ''Δεσπότη'' τον Μανουήλ Καντακουζηνό (1349-1380), γιο του αυτοκράτορα Ιωάννη Στ΄.
Το 1383 τη δυναστεία των Καντακουζηνών διαδέχεται στο Μυστρά η αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων με πρώτο εκπρόσωπό της τον Θεόδωρο Α΄ Παλαιολόγο (1380/1-1407).
Η συνετή διοίκηση συνετέλεσε ώστε ο Μυστράς να επεκτείνει την εξουσία του σε όλη την Πελοπόννησο και να γίνει εστία της πολιτικής και πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας, καθώς και το κέντρο της αναγεννήσεως των γραμμάτων και των τεχνών. Σοφοί, καλλιτέχνες και λόγιοι συγκεντρώνονταν στην αυλή του Δεσπότου, σπουδαιότερος και σημαντικότερος απ' όλους, ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων.
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους Δεσπότες του Μυστρά κατέχει ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1443-1448), προτελευταίος στη σειρά Δεσπότης, ο οποίος, έχοντας διαδεχθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο τον αδελφό του Ιωάννη Η΄ (1425-1448), θα σκοτωθεί στην πολιορκία και άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453.
Το 1460 ο Μυστράς θα παραδοθεί στον Μωάμεθ Β’ από τον τελευταίο Δεσπότη Δημήτριο Παλαιολόγο. Από το 1460 έως το 1540 ο Μυστράς, πρωτεύουσα πλέον του Οθωμανικού σαντζακίου της Πελοποννήσου, γίνεται ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής και εμπορίας μεταξιού της ανατολικής Μεσογείου. Μικρή διακοπή στη μακραίωνη τουρκική κατοχή αποτελεί η περίοδος της Ενετοκρατίας, από το 1687 έως το 1715, περίοδο κατά την οποία όλη η Πελοπόννησος ήταν Ενετική.
Το 1770, κατά την επανάσταση του Ορλώφ, ένα μικρό στράτευμα Ελλήνων και Ρώσων πολιόρκησε την τουρκική φρουρά μέσα στο κάστρο. Τότε οι Τούρκοι κάτοικοι της πόλεως, αν και παραδόθηκαν με τον όρο να εξέλθουν με τις οικογένειές τους, κατά την έξοδό τους σφαγιάστηκαν από τους απείθαρχους Μανιάτες. Η σφαγή σταμάτησε μόνο χάρη στον τότε Μητροπολίτη που μπήκε στη μέση κρατώντας ένα σταυρό. Με τη λήξη των Ορλωφικών, ο Μυστράς καταστράφηκε από τους Τουρκαλβανούς που τον ανακατέλαβαν, και τότε άρχισε η οριστική πτώση.
Στην επανάσταση του 1821 η συμμετοχή του Μυστρά είναι σημαντική. Το 1825 λεηλατήθηκε από τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ και από τότε σιγά σιγά εγκαταλείφθηκε και ιδρύθηκε ο νέος Μυστράς, το σημερινό ομώνυμο χωριό στους πρόποδες του λόφου. Με την ίδρυση του ελεύθερου κράτους, οι Αρχές της επαρχίας Λακωνίας εγκαταστάθηκαν στον ερειπωμένο Μυστρά, λίγο όμως αργότερα, το 1834 ο Βασιλιάς Όθων θεμελίωσε τη νέα πόλη, τη Σπάρτη, επί του πρώτου πολεοδομικού σχεδίου που εκπονήθηκε στην Ελλάδα, μετά από αίτηση των κατοίκων του Μυστρά να επανασχεδιαστεί η πόλη της Σπάρτης. Ο σχεδιασμός είχε ήδη δρομολογηθεί από τον Ιωάννη Καποδίστρια πριν τη δολοφονία του. Από τότε ο Μυστράς ουσιαστικά ερημώνεται.
Οι τελευταίοι κάτοικοί του θα εγκαταλείψουν την καστροπολιτεία το 1953 μετά την απαλλοτρίωση του χώρου από το ελληνικό κράτος. Είχε προηγηθεί, το 1921, η κήρυξη του χώρου με βασιλικό διάταγμα ως προέχον βυζαντινό μνημείο.
Το 1989 με απόφαση της αρμόδιας επιτροπής της Unesco, ο Μυστράς εγγράφεται ως πολιτιστικό αγαθό στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Η διάταξη της καστροπολιτείας είναι σε σε τρεις διακεκριμένες ζώνες, με σημαντική διαφορά υψομέτρου: Άνω, Κάτω και Έξω Χώρα. Επιπλέον υπάρχει και η ακρόπολη στην κορυφή.Στην Άνω Χώρα ξεχωρίζουν τα Παλάτια των Δεσποτών. Έχουν χτιστεί σε διαφορετικές περιόδους (13ος-15ος αιών) και σχηματίζουν ένα μεγάλο συγκρότημα όπου δεσπόζει η αίθουσα του θρόνου.
Στην Κάτω Χώρα ξεχωρίζει η Μητρόπολη, δηλαδή ο ναός του Αγίου Δημητρίου, όπου στέφθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1449 ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄Παλαιολόγος.
Άλλες εκκλησίες που ξεχωρίζουν:
Η Μονή Βροντοχίου που ίδρυσε ο ηγούμενος Παχώμιος. Περιλαμβάνει τους ναούς των Αγίων Θεοδώρων (1290-1295) και την Οδηγήτρια ή «Αφεντικό» (1312-1322) όπου διασώζονται εξαιρετικές τοιχογραφίες.
Η Περίβλεπτος, εκκλησία που έχει προσαρτηθεί σε σπηλαιώδη βράχο.
Η Ευαγγελίστρα, μικρός και κομψός ναός με ταφικά προτειχίσματα.
Η Παντάνασσα, αριστουργηματική κατασκευή του πρωτοστράτορα Ιωάννη Φραγγόπουλου με περίτεχνο διάκοσμο.
Το Φράγκικο κάστρο στην κορυφή δεσπόζει σε όλο το βράχο. Είναι προσβάσιμο από την Άνω Χώρα και απαιτεί πεζοπορική ανάβαση 10-20 λεπτών.
Στο Μυστρά υπάρχει και αρχαιολογικό μουσείο που στεγάζεται σε διώροφο πέτρινο κτίριο του 1754, με ενδιαφέροντα χειρόγραφα, κοσμήματα, ανάγλυφα και άλλα Βυζαντινά εκθέματα.
Σημερινή Κατάσταση
Το κάστρο είναι ερειπωμένο σε μεγάλο βαθμό αλλά γίνονται συνεχώς εργασίες συντήρησης και αξιοποίησης. Ήδη έχουν αποκατασταθεί παλάτια και εκκλησίες.πηγη