Ειδικοί και μη προβάλλουν καθημερινά τις αντικρουόμενες πολλές φορές απόψεις τους για τον προορισμό του μνημείου (τάφος με έναν νεκρό ή νεκρή, πολυάνδριο ή κενοτάφιο), τη χρονολόγησή του, την πιθανή ταυτότητα του νεκρού ή της νεκρής, ζητήματα που εξάπτουν, δικαιολογημένα μέχρις ενός σημείου, την περιέργεια και τη φαντασία της κοινής γνώμης.
Όμως, η σπουδαιότητα της Αμφίπολης ως αστικού κέντρου της αρχαιότητας δεν εξαντλείται στο, πέραν πάσης αμφιβολίας, μοναδικό ταφικό μνημείο που αποκαλύπτεται στον τύμβο Καστά.
Χτισμένη σε προνομιακή θέση, κοντά στις εύφορες εκβολές του Στρυμόνα και στο πλούσιο σε πολύτιμα μέταλλα και ναυπηγήσιμη ξυλεία όρος, το Παγγαίο, η Αμφίπολη υπήρξε αξιομνημόνευτη μακεδονική πόλη της αρχαιότητας.
Το 438/437 π.Χ. ο αθηναίος στρατηγός Άγνωνας ίδρυσε στην περιοχή των εκβολών του Στρυμόνα (είχε κατοικηθεί ήδη από τη Νεολιθική Περίοδο, όπως αποδεικνύουν τα αρχαιολογικά ευρήματα) αποικία, που αποσκίρτησε από τη μητρόπολη το 422 π.Χ. και παρέμεινε αυτόνομη πόλη έως την ένταξή της στο μακεδονικό βασίλειο του Φιλίππου Β', το 357 π.Χ. Η Αμφίπολη αποτέλεσε ισχυρή πόλη του μακεδονικού βασιλείου, ακμαίο οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο.
Επί Ρωμαιοκρατίας η πόλη-σταθμός της Εγνατίας οδού υπήρξε σημαντικό αστικό κέντρο, με αξιοσημείωτη ανάπτυξη στον οικονομικό και στον πολιτιστικό τομέα. Νέα άνθηση γνώρισε η Αμφίπολη ως χριστιανικό προσκύνημα.
Ο λοιμός του 6ου αιώνα μ.Χ. και οι μετακινήσεις σλαβικών πληθυσμών οδήγησαν σε σταδιακή υποβάθμιση της πόλης και επέφεραν τελικά τη διάλυσή της ως αστικού κέντρου.
Οι αρχαιολογικές έρευνες έχουν φέρει στο φως μεγάλα τμήματα των τειχών της Αμφίπολης, ιερά (αφιερωμένα σε τοπικές θεότητες και δαίμονες, στους ολύμπιους θεούς, στους αιγύπτιους θεούς και σε ανατολικές θεότητες), δημόσια και ιδιωτικά κτίρια (μεταξύ αυτών, μνημειακά κτίρια με ψηφιδωτά δάπεδα και τοιχογραφίες), το Γυμνάσιο, κτιριακό συγκρότημα όπου εκπαιδεύονταν και ασκούνταν οι νέοι, το θέατρο, πολυάριθμους τάφους διαφόρων τύπων με πλούσια κτερίσματα (ειδώλια, νομίσματα, αγγεία τοπικών εργαστηρίων και επείσακτα αγγεία, κοσμήματα κ.ά.), έργα κοροπλαστικής, γλυπτικής και μικροτεχνίας.
Στο βόρειο σκέλος του τείχους έχει αποκαλυφθεί η μεγαλύτερη πύλη της αρχαίας Αμφίπολης (πύλη Γ), όπου κατέληγε γέφυρα του Στρυμόνα, κατασκευασμένη από ξύλινους πασσάλους.
Την ακμή της χριστιανικής Αμφίπολης φανερώνουν τα εντυπωσιακά αρχαιολογικά ευρήματα: τμήματα του οχυρωματικού περιβόλου (ξεχωρίζει ο πύργος των στρατηγών Αλεξίου και Ιωάννη, χτισμένος το 1367), τέσσερις τρίκλιτες βασιλικές (β' μισό 5ου αιώνα-6ος αιώνας), περίκεντρος ναός (6ος αιώνας), μνημειακή κινστέρνα (5ος/6ος αιώνας), επιγραφές, ανάγλυφα, επιτύμβιες στήλες, αγγεία, νομίσματα και έργα μικροτεχνίας.
Τοπόσημο και διακριτικό γνώρισμα της Αμφίπολης, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, είναι ο περίφημος Λέων της Αμφιπόλεως, επιτάφιο μνημείο του 4ου αιώνα π.X. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, στήθηκε προς τιμήν του Λαομέδοντος, επιφανούς μυτιληνιού τριηράρχου και στενού φίλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Στα εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου αποτυπώνεται η ιστορία της Αμφίπολης από τους Προϊστορικούς έως τους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν η σφραγίδα και τα ειδώλια Νεολιθικών Χρόνων από τον προϊστορικό οικισμό στο Λόφο 133, τα χρυσά κοσμήματα από τους τάφους στον τύμβο Καστά, η ενεπίγραφη επιτύμβια στήλη του Αμύντα από το νεκροταφείο της Αμφίπολης (4ος αιώνας π.Χ.), ο χρυσός στατήρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η ασημένια οστεοθήκη και το χρυσό στεφάνι ελιάς που βρέθηκε μέσα σε αυτήν, το χρυσό στεφάνι από ανδρική ταφή, ο δακτυλιόλιθος Ρωμαϊκών Χρόνων, η μαρμάρινη στήλη του Εφηβαρχικού Νόμου της Αμφίπολης, τα θραύσματα τοιχογραφιών από ναΐσκο Βυζαντινών Χρόνων (12ος-13ος αιώνας).
Αμφίπολη Σερρών: ένας τόπος που εξακολουθεί να μας εκπλήσσει με την πληθώρα και την ποιότητα των ευρημάτων της αρχαιολογικής σκαπάνης.
Βαγγέλης Στεργιόπουλος
diakopes.in.gr