Η
Ορεινή Αρκαδία είναι μία περιοχή της κεντρικής Πελοποννήσου με
ιδιαίτερη ομορφιά, μαγευτικά τοπία, ευκαιρίες για δραστηριότητες στη
φύση, ιστορικά πετρόχτιστα χωριά και σημαντικά μνημεία. Ένα
Σαββατοκύριακο ή ολιγοήμερες διακοπές -όλες τις εποχές του έτους- σε
κάποια από τα μέρη και τις τοποθεσίες που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο
θα είναι μία εξαιρετική ευκαιρία να επισκεφτεί κανείς μέρη τα οποία
κρύβουν θησαυρούς που περιμένουν να ανακαλυφθούν.
Το όρος Μαίναλο και οι γειτονικές κορυφές των βουνών της Ορεινής Αρκαδίας υψώνονται σαν τείχη που μοιάζουν να είναι κατασκευασμένα από έλατα, κέδρους και οποιοδήποτε βαθυπράσινο ψηλό δέντρο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Ανάμεσα στις πολυάριθμες οροσειρές και κορυφές του Μαινάλου, ξεχωρίζει η κορυφή «Προφήτης Ηλίας» της Οστρακίνας, που είναι και η υψηλότερη με υψόμετρο 1981 μέτρα και είναι ισχυρός πόλος έλξης για πολλούς ορειβάτες, αλλά και για τους λάτρεις των χειμερινών σπόρ ή των των ορεινών δραστηριοτήτων γενικότερα.
Εκεί, σε υψόμετρο 1600 μέτρων, βρίσκεται ένα σύγχρονο χιονοδρομικό κέντρο, που το χειμώνα συγκεντρώνει πλήθος κόσμου. Διαθέτει τέσσερις αναβατήρες, οκτώ πίστες, καταφύγιο και ξενώνα.
Στα υψηλότερα μέρη της Ορεινής Αρκαδίας βρίσκονται αλπικά λιβάδια και στα χαμηλότερα οι ποταμοί Λούσιος και Αλφειός. Ο Λούσιος ξεκινά κάπου από τα Λαγκάδια και χύνεται στον Αλφειό, κοντά στην Καρύταινα, πριν αυτός φύγει δυτικά προς Ηλεία. Υπάρχουν γεφύρια, νεροτριβές και νερόμυλοι που λειτουργούσαν και ως μπαρουτόμυλοι τα χρόνια της Επανάστασης του 1821. Πηγή ενέργειας από την προβιομηχανική περίοδο το νερό και βέβαια πηγή ζωής διαχρονικά, μέχρι και σήμερα.
Δημητσάνα, Καρύταινα, Στεμνίτσα, Βυτίνα, και Καστάνιτσα είναι τα χωριά με τα πιό γνωστά ονόματα που βρίσκονται στην αγκαλιά του Μαινάλου. Έχουν πλούσια ιστορία και γύρω τους υπάρχει πληθώρα διαδρομών για περπάτημα και ανάλογα με την εποχή, η δυνατότητα για rafting, ραπέλ ή και σκι και φυσικά τοπία με μαγευτική ομορφιά.
Υπάρχουν όμως και κάποια πιο ήσυχα χωριά, όπως τα Λαγκάδια, με λιγότερο τουρισμό και ίσως ακόμα περισσότερο αγνή εικόνα αν κάποιος ενδιαφέρεται να περάσει ένα Σαββατοκύριακο όχι μόνο στη μέσα φύση, αλλά και πίσω στο χρόνο κατά μία έννοια. Κάθε χωριό της Ορεινής Αρκαδίας έχει μια μακρόχρονη ιστορία και κάθε γειτονιά είναι ένα οικιστικό κόσμημα. Σε όλα, θα συναντήσει κανείς αξιοθέατα και ατελείωτη γοητεία και ομορφιά.
Η Δημητσάνα είναι ένα από τα ομορφότερα και πιο καλοδιατηρημένα χωριά της ορεινής Αρκαδίας, με μοναδική αρχιτεκτονική, ατμοσφαιρικούς ξενώνες, εντυπωσιακά μοναστήρια, το φαράγγι του Λούσιου και το ελατοσκέπαστο Μαίναλο σε απόσταση αναπνοής, ενώ αποτελεί εδώ και χρόνια μια από τις δημοφιλέστερες βάσεις για διαφορετικά είδη τουρισμού, όπως τα ρομαντικά χειμωνιάτικα Σαββατοκύριακα, οι εναλλακτικές εξορμήσεις στον Λούσιο και τον Αλφειό αλλά και οι οικογενειακές εκδρομές.
Το αρχιτεκτονικό τοπίο του παραδοσιακού οικισμού, με τα ψηλά, πέτρινα πυργόσπιτα, είναι μοναδικό. Αμφιθεατρικά χτισμένη πάνω σε δυο αντικριστούς λόφους, πάνω από το φαράγγι του Λούσιου ποταμού, η ιστορική Δημητσάνα είναι ένα ζωντανό μουσείο παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Από το υψόμετρο των 950 μέτρων, η θέα της πεδιάδας της Μεγαλόπολης και του Ταΰγετου είναι συγκλονιστική. Η ιστορία της αρχίζει κατά τους Ομηρικούς χρόνους όταν στη θέση της βρισκόταν η μικρή αρκαδική πόλη Τεύθις.
Μπορεί να «χαθεί» κανείς στα στενά λιθόστρωτα με τα παλιά αρχοντόσπιτα, τις εκκλησίες και την ωραία ατμόσφαιρα και όσο «χάνεται» στους λόφους του Κάστρου και της Αγίας Παρασκευής, τόσο ζωντανεύουν μνήμες από την ιστορία που διδάχθηκε στο σχολείο. Μπορεί να συναντήσει και να δει το σπίτι του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ που σήμερα είναι Εκκλησιαστικό Μουσείο, το σπίτι του Παλαιών Πατρών Γερμανού, τη σπουδαία Βιβλιοθήκη – Σχολή Δημητσάνας που χάρισε στον Αγώνα χιλιάδες βιβλία για την κατασκευή φυσιγγίων, όπως μαρτυρεί στα απομνημονεύματά του ο Κολοκοτρώνης.
Η Δημητσάνα είναι πολύ γνωστή και για το μπαρούτι που προσέφερε κατά την Επανάσταση. Δεκατέσσερεις μπαρουτόμυλοι λειτουργούσαν στις πηγές του Αϊ-Γιάννη, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται και το καταπληκτικό Μουσείο Υδροκίνησης. Από την άλλη μεριά, βρίσκεται ο αποκαλούμενος Ληνός των Κολοκοτρωναίων, το κτίσμα όπου σκοτώθηκε ο αδερφός του Κολοκοτρώνη.
Όλο και περισσότεροι νέοι εγκαθίστανται κάθε χρόνο στη Δημητσάνα και ασχολούνται με τη φύση και τον τουρισμό. Μάλιστα οι νέες γυναίκες του χωριού έχουν φτιάξει και σύλλογο γυναικών, μέσω του οποίου αναβιώνουν έθιμα, εκδίδουν εφημερίδα, διοργανώνουν διαγωνισμούς και διάφορα bazaar.
Το Μουσείο Υδροκίνησης είναι αρκετά δραστήριο και στις εγκαταστάσεις του διοργανώνονται πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, όπως προβολές, εκθέσεις, ημερίδες, δραστηριότητες για παιδιά, ενώ έχει ακόμη και θεατρική ομάδα, αποτελώντας ενεργό κύτταρο του χωριού.
Ακριβώς κάτω από τη Δημητσάνα ξεκινά το φαράγγι του Λούσιου, στο οποίο δεσπόζει η Μονή Φιλοσόφου. Η Νέα Μονή Φιλοσόφου για την ακρίβεια, γιατί η παλιά, η ερειπωμένη, από όπου άρχισαν όλα, βρίσκεται ακόμη πιο χαμηλά, κρεμασμένη μέσα στο φαράγγι. Κρυφό Σχολειό επί Τουρκοκρατίας, ιερατική σχολή αργότερα, που έδωσε τα σκήπτρα στη Νέα Μονή τον 17ο αιώνα, όπου λειτούργησε αρχικά η Σχολή Δημητσάνας. Στα πόδια του επισκέπτη βρίσκεται το υπερθέαμα του Λούσιου. Η πεζοπορία σε ένα από τα ομορφότερα μονοπάτια της Πελοποννήσου μπορεί κανονικά να ξεκινήσει, όμως αυτή η διαδρομή είναι προτιμότερο να γίνει ανάποδα, από το τέλος του Λούσιου. Κάπως έτσι, όλοι οι δρόμοι οδηγούν πλέον στην Καρύταινα.
Η Καρύταινα απέχει 17 χιλιόμετρα από τη Στεμνίτσα, 23 χιλιόμετρα από τη Μεγαλόπολη και είναι και αυτή ένα όμορφο και ιστορικό χωριό και αρκετά «ελληνικό» ώστε να απεικονιστεί στην πίσω πλευρά του πεντοχίλιαρου. Δεν είναι τόσο ζωντανή και ούτε πολύ τουριστική, αλλά κερδίζει τις εντυπώσεις με το ωραίο κάστρο της, που χτίστηκε από τους Φράγκους τον 13ο αιώνα, αλλά «έδρασε» και κατά την Τουρκοκρατία, και κατά την Επανάσταση. Λιθόκτιστα δρομάκια, βυζαντινά εκκλησάκια και παλιά πέτρινα σπίτια συνοδεύουν τις βόλτες μέσα στο χωριό. Έξω από αυτό αναλαμβάνει η φύση και ο Αλφειός, που κυλάει στα πόδια της και στεφανώνεται από την περίφημη γέφυρα του πεντοχίλιαρου. Τέσσερα χιλιόμετρα έξω από την Καρύταινα, βρίσκεται το γεφύρι του Ατσίχολου, από όπου ξεκινούν οι διαδρομές ράφτινγκ στο Λούσιο και τον Αλφειό.
Ακόμη πιο έξω, στο δρόμο προς Στεμνίτσα και μέσω του χωριού Ελληνικό, ο δρόμος τερματίζει στο γεφύρι του Πολυγένη. Εδώ βρίσκεται η αρχαία Γόρτυνα, το φημισμένο στην αρχαιότητα ιερό του Ασκληπιού. Καθόλου τυχαία δεν είναι, φυσικά, η τοποθεσία. Ακόμα και σήμερα είναι ιδιαίτερα αισθητή η ιδιαίτερη ενέργεια που έχει το τοπίο, μέσα στις ερημιές και στα αγριολούλουδα, με τον ήχο του ποταμού και τα βουνά να κλείνουν προς Βορρά σχηματίζοντας το φαράγγι του Λούσιου. Αν κινηθεί κανείς νότια, ακολουθεί τη σήμανση για τα Κυκλώπεια τείχη, ενώ αντίθετα αν κινηθεί βόρεια, γρήγορα μπαίνει στο φαράγγι.
Η Στεμνίτσα με τα κεφαλόβρυσα στη σκιά αιωνόβιων πλατάνων και μια ζωντανή πλατεία γεμάτη καφενεία και ταβέρνες, συνθέτουν ένα από τα ομορφότερα χωριά της Αρκαδίας. Επιβλητικά πυργόσπιτα με τοξωτά υπέρθυρα, πέτρινα καλντερίμια που ανηφορίζουν περνώντας κάτω από τις καμάρες των σπιτιών, θυμίζοντας τα βυζαντινά «διαβατικά», και χάνονται μέσα στις καρυδιές και τις κερασιές.
Είναι ένα από τα πιο όμορφα και ιστορικά χωριά της Ορεινής Αρκαδίας και της Πελοποννήσου, χτισμένη αμφιθεατρικά στις δυτικές πλαγιές του Μαινάλου, στους πρόποδες της Κλινίτσας και σε υψόμετρο 1100 μέτρων, ενώ γοητεύει με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της, τα αρχοντικά της, τις ωραίες βυζαντινές εκκλησίες και τα γραφικά καλντερίμια της.
Η φυσική θέση του χωριού αυτού ανάμεσα στο ελατόδασος του βουνού και του φαραγγιού του Λούσιου, η γραφικότητά του και η γειτνίασή του με τα αξιοθέατα της ευρύτερης περιοχής το καθιστούν ιδεώδη τόπο για χειμερινές διακοπές και ως παραθεριστικό κέντρο.
Στη Στεμνίτσα, η ζωή στο χωριό κυλάει ήρεμα μέσα στη φύση, με τον τουρισμό, με την κτηνοτροφία και με την οικοδομή. Το χωριό είναι γενικότερα αρκετά ζωντανό. Εκεί βρίσκεται η φημισμένη Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας, η οποία είναι πλέον ΙΕΚ και φέρνει αρκετούς νέους στο χωριό. Από τους μεταβυζαντινούς χρόνους η Στεμνίτσα έβγαζε αργυροχρυσοχόους, φημισμένους τεχνίτες που ταξίδευαν στον κόσμο, μιλούσαν σε συνθηματική γλώσσα, τα μεστιτσιώτικα, και ήταν γνωστοί, εκτός από την τέχνη τους, και για τις νοθείες τους. Λέγεται πως γι’αυτό γέμισαν και τη Στεμνίτσα εκκλησάκια, για να εξιλεωθούν. Τώρα, αυτά είναι οι αφορμές για να περπατήσει κανείς στα λιθόστρωτα καλντερίμια του χωριού. Και τα παλιά σπίτια επίσης, με τα ανώγια και τα κατώγια, τα ξύλινα χαγιάτια και τις ωραίες τους πόρτες.
Οι κάτοικοι της Στεμνίτσας είναι πολύ φιλόξενοι και υποδέχονται πάντα τους επισκέπτες με θέρμη, φιλική διάθεση και προθυμία να «περπατήσουν» μαζί τους στα γραφικά δρομάκια. Το χωριό είναι ήρεμο, μέσα σε ένα μοναδικό φυσικό τοπίο και αποτελεί τον ιδανικό προορισμό για τον επισκέπτη της ορεινής Αρκαδίας, που θέλει να ζήσει μακριά από πολύβουα αστικά κέντρα.
Στο ύψος της Στεμνίτσας βρίσκεται η Μονή Προδρόμου. Είτε πιστεύει είτε δεν πιστεύει κανείς, είναι από τις πιο συγκλονιστικές εικόνες που μπορεί να δει. Κρεμασμένη, στην κυριολεξία, μέσα στο φαράγγι, γαντζωμένη στα άγρια βράχια, εμπνέει ένα δέος αλλά και θαυμασμό τους μοναχούς που αντέχουν να κατοικούν εδώ. Από τα ξύλινα μπαλκόνια της Μονής Προδρόμου που κυριολεκτικά κρέμεται πάνω από το φαράγγι του Λούσιου από τον 16ο αιώνα, η θέα μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως θεϊκή. Όλη η ομορφιά της άγριας φύσης της Πελοποννήσου βρίσκεται εδώ, στα πόδια των επισκεπτών.
Σε πολύ κοντινή απόσταση από τη Μονή Προδρόμου, ένα εκπληκτικό μονοπάτι που κατηφορίζει μέχρι το ποτάμι του Λούσιου και ανηφορίζει στην απέναντι πλαγιά του φαραγγιού, θα φέρει τον επισκέπτη στη Νέα Μονή Φιλοσόφου, που χτίστηκε το 1691. Δίπλα της θα δει το καθολικό της παλιάς μονής του 10ου αιώνα και έπειτα θα μπει στη Νέα Μονή, για να θαυμάσει τις τοιχογραφίες του 1693, που είναι ένα από τα σπουδαιότερα αξιοθέατα της περιοχής.
Η Αρχαία Γόρτυνα είναι το σημαντικότερο μνημείο στην ορεινή Αρκαδία από το αρχαίο παρελθόν της κοιλάδας του Λούσιου και παράλληλα ένας τόπος πολύ ενεργειακός. Τα ερείπια της πόλης που ήκμασε στην κλασική και την ελληνιστική εποχή βρίσκονται στην έξοδο του φαραγγιού. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν τις δύο ακροπόλεις, δύο Ασκληπιεία, λουτρικές εγκαταστάσεις, ναούς και ιαματικά λουτρά.
Η Βυτίνα έχει χαρακτηριστεί ως το «στολίδι του Μαινάλου» και πράγματι ο επισκέπτης θα ανακαλύψει ένα χωριό γαλήνιο και φιλόξενο, που θα τον υποδεχθεί στην αγκαλιά του, προσφέροντας του ηρεμία και χαλάρωση.
Τα παλιά πετρόχτιστα σπίτια της έχουν μια ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία, στην οποία δεσπόζει το περίφημο μαύρο μάρμαρο της περιοχής. Ο οικισμός απλώνεται σε ευρύχωρο υψίπεδο που αγκαλιάζουν από παντού δασωμένα βουνά σε τοποθεσία κατάφυτη από πεύκα, έλατα και καστανιές. Μέσα από μια βόλτα στα όμορφα στενά της και τα δεντροσκέπαστα δρομάκια της θα δείτε από κοντά τις ομορφιές που συναντά κανείς στην ελληνική ύπαιθρο.
Στη Βυτίνα υπάρχει το λαογραφικό μουσείο με πολύτιμα αντικείμενα από την βαριά ιστορία του τόπου. Ακόμα, οι ταβέρνες του χωριού, συγκεντρωμένες η μία δίπλα στην άλλη, προσφέρουν κρασάτο κόκορα, αγριογούρουνο, χορτόπιτες και φυσικά την σπεσιαλιτέ της περιοχής, το παστό χοιρινό.
Η αγάπη των Βυτινιωτών για το χωριό τους είναι διάχυτη σε κάθε δρομάκι, σε κάθε σπίτι, σε κάθε γωνιά. Μάνα-γη πολλών σημαντικών ανθρώπων, η Βυτίνα χάρισε στην Ελλάδα, τον ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, το νομοδιδάσκαλο Βασίλειο Οικονομίδη αλλά και τον εξερευνητή, Παναγιώτη Ποταγό.
Το Λιμποβίσι, ένα ακόμα ιστορικό χωριό της Ορεινής Αρκαδίας, είναι η γενέτειρα των περήφανων Κολοκοτρωναίων και απέχει περίπου 15 χλμ. από τη Βυτίνα. Πνιγμένο, κυριολεκτικά, μέσα στα πυκνά ελατοδάση, το αναπαλαιωμένο σπίτι των Κολοκοτρωναίων, αφηγείται «σιωπηλά» τη μεγάλη του ιστορία. Σήμερα είναι ακατοίκητο, όμως σαν τόπος προσκυνήματος προσελκύει πλήθος επισκεπτών καθημερινά.
Υπάρχει πηγή με άφθονο νερό και αρκετός χώρος. Ο Δήμος Φαλάνθου, με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον και την τοπική αρχιτεκτονική, κατασκεύασε αναψυκτήριο, που λειτουργεί από τον Ιούνιο του 2006, προφέροντας τοπικά προϊόντα όπως μέλι, τσάι, παραδοσιακά γλυκά και αναψυκτικά.
Η κύρια διαδρομή για το Λιμποβίσι, με αφετηρία την Τρίπολη, είναι μέσω του Δήμου Φαλάνθου. Μετά το Παναρκαδικό νοσοκομείο ακολουθείτε το δρόμο για τα χωριά, Τσελεπάκου, Χρυσοβίτσι, Στεμνίτσα. Ένα χιλιόμετρο μετά το Χρυσοβίτσι (23 χλμ. από Τρίπολη) στρίβετε δεξιά. Περνάτε από το ακατοίκητο Αρκουδόρεμα και φτάνετε στο Λιμποβίσι, μετά από 7 χλμ. Ο δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος και σε καλή κατάσταση. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται τους χειμερινούς μήνες όπου επικρατεί παγετός.
Η Καστάνιτσα είναι ένα πανέμορφο ορεινό χωριό χτισμένο στις πλαγιές του Πάρνωνα, σε υψόμετρο 850 μέτρων, πάνω σε έναν μακρόστενο λόφο στον οποίο δεσπόζει το ύψωμα-κάστρο, με την εντυπωσιακή θέα προς το χωριό. Θεωρείται ένας από τους γραφικότερους παραδοσιακούς οικισμούς όχι μόνο της Αρκαδίας αλλά και ολόκληρης της Πελοποννήσου.
Το στοιχείο της Καστάνιτσας που τραβάει αμέσως την προσοχή του επισκέπτη είναι τα μεγάλα πετρόκτιστα λευκά σπίτια με τις γκρι σκεπές τους από σχιστόλιθο Μαλεβού, τα οποία σε κάποια σημεία είναι σαν να κρέμονται από τα βράχια του υψώματος του λόφου και μέχρι κάτω στην καταπράσινη ρεματιά, ενώ κάποια άλλα κρύβονται πίσω από τα φύλλα εκατοντάδων καστανιών, στις πλαγιές του δρόμου που οδηγεί στην κεντρική πλατεία του χωριού.
Η Καστάνιτσα οφείλει το λευκό της χρώμα στην παραγωγή ασβέστη για την οποία παλαιότερα ήταν ιδιαίτερα ξακουστή. Μάλιστα, υπήρχε περίοδος κατά την οποία λειτουργούσαν τριάντα με σαράντα ασβεστοκάμινα τα οποία έψηναν συνεχώς ασβέστη ενώ σήμερα λειτουργούν μόλις τρία – τέσσερα από αυτά.
Αν όμως το χρώμα της το οφείλει στον ασβέστη, το όνομα της προέρχεται φυσικά από τα κάστανα και το γειτονικό καστανόδασος. Παλαιότερα, η συγκομιδή των κάστανων έφτανε τους 500 τόνους, ενώ και ακόμα και σήμερα το κάστανο της περιοχής είναι φημισμένο και αποτελεί το κυριότερο παραγωγικό προϊόν της, με σχεδόν 4.000 στρέμματα καλλιεργούμενη έκταση.
«Et in Arcadia ego». Αρχαίοι ναοί και παλιά μοναστήρια καθαγιάζουν με έναν μαγικό τρόπο ολόκληρο τον τόπο. Ο ποταμός Λούσιος αστράφτει στο φαράγγι του. Πανέμορφα ιστορικά πετρόχτιστα χωριά με παραδοσιακή αρχιτεκτονική, εξαιρετικές οικογενειακες ταβέρνες, φροντισμένους ξενώνες και παλιά αρχοντικά, πυκνοδασωμένα βουνά, επιβλητικά φαράγγια, ορμητικά νερά, απίστευτα μονοπάτια και ιστορικά μοναστήρια. Η Ορεινή Αρκαδία είναι ένας ξεχωριστός, σχεδόν «μυθικός» προορισμός στην καρδιά της Πελοποννήσου. Μπορεί να την απολαύσει κανείς με την παρέα του ακόμη και μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο.
Αν φυσικά ο χρόνος το επιτρέπει, αξίζει να αναζητήσει και να επισκεφτεί κανείς στα περίχωρα της Δημητσάνας τη Μονή Φιλοσόφου και σε αυτά της Βυτίνας, την ιστορική Μονή της Κερνίτσας, δύο από τα αρχαιότερα μοναστήρια της ευρύτερης περιοχής. Επίσης, αν είναι λάτρης των extreme sports, θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να κάνει rafting ή canyoning στο Λούσιο. Τέλος, μία επίσκεψη αξίζει το υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης της Δημητσάνας, όπου η ιστορία και η παράδοση ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια των επισκεπτών.
Η εθνική οδός Αθηνών-Κορίνθου-Τρίπολης έχει σχεδόν εκμηδενίσει τις αποστάσεις και έτσι μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, μπορεί να βρεθεί κανείς από την πρωτεύουσα στην ειδυλλιακή Ορεινή Αρκαδία. Η πανέμορφη αυτή γη, με την απίστευτη εναλλαγή χρωμάτων και τοπίων αποτελεί έναν ακόμη καλά κρυμμένο θησαυρό της ελληνικής υπαίθρου. Αν, για κάποιους, ο χρόνος για διακοπές είναι κάπως περιορισμένος, δεν είναι το τέλος του κόσμου, εφόσον η επόμενη Παρασκευή, το ερχόμενο τριήμερο ή οι επόμενες διακοπές είναι σχετικά κοντά και η Ορεινή Αρκαδία πάντα έτοιμη να σας φιλοξενήσει.
ellines.com
Το όρος Μαίναλο και οι γειτονικές κορυφές των βουνών της Ορεινής Αρκαδίας υψώνονται σαν τείχη που μοιάζουν να είναι κατασκευασμένα από έλατα, κέδρους και οποιοδήποτε βαθυπράσινο ψηλό δέντρο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Ανάμεσα στις πολυάριθμες οροσειρές και κορυφές του Μαινάλου, ξεχωρίζει η κορυφή «Προφήτης Ηλίας» της Οστρακίνας, που είναι και η υψηλότερη με υψόμετρο 1981 μέτρα και είναι ισχυρός πόλος έλξης για πολλούς ορειβάτες, αλλά και για τους λάτρεις των χειμερινών σπόρ ή των των ορεινών δραστηριοτήτων γενικότερα.
Εκεί, σε υψόμετρο 1600 μέτρων, βρίσκεται ένα σύγχρονο χιονοδρομικό κέντρο, που το χειμώνα συγκεντρώνει πλήθος κόσμου. Διαθέτει τέσσερις αναβατήρες, οκτώ πίστες, καταφύγιο και ξενώνα.
Στα υψηλότερα μέρη της Ορεινής Αρκαδίας βρίσκονται αλπικά λιβάδια και στα χαμηλότερα οι ποταμοί Λούσιος και Αλφειός. Ο Λούσιος ξεκινά κάπου από τα Λαγκάδια και χύνεται στον Αλφειό, κοντά στην Καρύταινα, πριν αυτός φύγει δυτικά προς Ηλεία. Υπάρχουν γεφύρια, νεροτριβές και νερόμυλοι που λειτουργούσαν και ως μπαρουτόμυλοι τα χρόνια της Επανάστασης του 1821. Πηγή ενέργειας από την προβιομηχανική περίοδο το νερό και βέβαια πηγή ζωής διαχρονικά, μέχρι και σήμερα.
Δημητσάνα, Καρύταινα, Στεμνίτσα, Βυτίνα, και Καστάνιτσα είναι τα χωριά με τα πιό γνωστά ονόματα που βρίσκονται στην αγκαλιά του Μαινάλου. Έχουν πλούσια ιστορία και γύρω τους υπάρχει πληθώρα διαδρομών για περπάτημα και ανάλογα με την εποχή, η δυνατότητα για rafting, ραπέλ ή και σκι και φυσικά τοπία με μαγευτική ομορφιά.
Υπάρχουν όμως και κάποια πιο ήσυχα χωριά, όπως τα Λαγκάδια, με λιγότερο τουρισμό και ίσως ακόμα περισσότερο αγνή εικόνα αν κάποιος ενδιαφέρεται να περάσει ένα Σαββατοκύριακο όχι μόνο στη μέσα φύση, αλλά και πίσω στο χρόνο κατά μία έννοια. Κάθε χωριό της Ορεινής Αρκαδίας έχει μια μακρόχρονη ιστορία και κάθε γειτονιά είναι ένα οικιστικό κόσμημα. Σε όλα, θα συναντήσει κανείς αξιοθέατα και ατελείωτη γοητεία και ομορφιά.
Η Δημητσάνα είναι ένα από τα ομορφότερα και πιο καλοδιατηρημένα χωριά της ορεινής Αρκαδίας, με μοναδική αρχιτεκτονική, ατμοσφαιρικούς ξενώνες, εντυπωσιακά μοναστήρια, το φαράγγι του Λούσιου και το ελατοσκέπαστο Μαίναλο σε απόσταση αναπνοής, ενώ αποτελεί εδώ και χρόνια μια από τις δημοφιλέστερες βάσεις για διαφορετικά είδη τουρισμού, όπως τα ρομαντικά χειμωνιάτικα Σαββατοκύριακα, οι εναλλακτικές εξορμήσεις στον Λούσιο και τον Αλφειό αλλά και οι οικογενειακές εκδρομές.
Το αρχιτεκτονικό τοπίο του παραδοσιακού οικισμού, με τα ψηλά, πέτρινα πυργόσπιτα, είναι μοναδικό. Αμφιθεατρικά χτισμένη πάνω σε δυο αντικριστούς λόφους, πάνω από το φαράγγι του Λούσιου ποταμού, η ιστορική Δημητσάνα είναι ένα ζωντανό μουσείο παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Από το υψόμετρο των 950 μέτρων, η θέα της πεδιάδας της Μεγαλόπολης και του Ταΰγετου είναι συγκλονιστική. Η ιστορία της αρχίζει κατά τους Ομηρικούς χρόνους όταν στη θέση της βρισκόταν η μικρή αρκαδική πόλη Τεύθις.
Μπορεί να «χαθεί» κανείς στα στενά λιθόστρωτα με τα παλιά αρχοντόσπιτα, τις εκκλησίες και την ωραία ατμόσφαιρα και όσο «χάνεται» στους λόφους του Κάστρου και της Αγίας Παρασκευής, τόσο ζωντανεύουν μνήμες από την ιστορία που διδάχθηκε στο σχολείο. Μπορεί να συναντήσει και να δει το σπίτι του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ που σήμερα είναι Εκκλησιαστικό Μουσείο, το σπίτι του Παλαιών Πατρών Γερμανού, τη σπουδαία Βιβλιοθήκη – Σχολή Δημητσάνας που χάρισε στον Αγώνα χιλιάδες βιβλία για την κατασκευή φυσιγγίων, όπως μαρτυρεί στα απομνημονεύματά του ο Κολοκοτρώνης.
Η Δημητσάνα είναι πολύ γνωστή και για το μπαρούτι που προσέφερε κατά την Επανάσταση. Δεκατέσσερεις μπαρουτόμυλοι λειτουργούσαν στις πηγές του Αϊ-Γιάννη, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται και το καταπληκτικό Μουσείο Υδροκίνησης. Από την άλλη μεριά, βρίσκεται ο αποκαλούμενος Ληνός των Κολοκοτρωναίων, το κτίσμα όπου σκοτώθηκε ο αδερφός του Κολοκοτρώνη.
Όλο και περισσότεροι νέοι εγκαθίστανται κάθε χρόνο στη Δημητσάνα και ασχολούνται με τη φύση και τον τουρισμό. Μάλιστα οι νέες γυναίκες του χωριού έχουν φτιάξει και σύλλογο γυναικών, μέσω του οποίου αναβιώνουν έθιμα, εκδίδουν εφημερίδα, διοργανώνουν διαγωνισμούς και διάφορα bazaar.
Το Μουσείο Υδροκίνησης είναι αρκετά δραστήριο και στις εγκαταστάσεις του διοργανώνονται πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, όπως προβολές, εκθέσεις, ημερίδες, δραστηριότητες για παιδιά, ενώ έχει ακόμη και θεατρική ομάδα, αποτελώντας ενεργό κύτταρο του χωριού.
Ακριβώς κάτω από τη Δημητσάνα ξεκινά το φαράγγι του Λούσιου, στο οποίο δεσπόζει η Μονή Φιλοσόφου. Η Νέα Μονή Φιλοσόφου για την ακρίβεια, γιατί η παλιά, η ερειπωμένη, από όπου άρχισαν όλα, βρίσκεται ακόμη πιο χαμηλά, κρεμασμένη μέσα στο φαράγγι. Κρυφό Σχολειό επί Τουρκοκρατίας, ιερατική σχολή αργότερα, που έδωσε τα σκήπτρα στη Νέα Μονή τον 17ο αιώνα, όπου λειτούργησε αρχικά η Σχολή Δημητσάνας. Στα πόδια του επισκέπτη βρίσκεται το υπερθέαμα του Λούσιου. Η πεζοπορία σε ένα από τα ομορφότερα μονοπάτια της Πελοποννήσου μπορεί κανονικά να ξεκινήσει, όμως αυτή η διαδρομή είναι προτιμότερο να γίνει ανάποδα, από το τέλος του Λούσιου. Κάπως έτσι, όλοι οι δρόμοι οδηγούν πλέον στην Καρύταινα.
Η Καρύταινα απέχει 17 χιλιόμετρα από τη Στεμνίτσα, 23 χιλιόμετρα από τη Μεγαλόπολη και είναι και αυτή ένα όμορφο και ιστορικό χωριό και αρκετά «ελληνικό» ώστε να απεικονιστεί στην πίσω πλευρά του πεντοχίλιαρου. Δεν είναι τόσο ζωντανή και ούτε πολύ τουριστική, αλλά κερδίζει τις εντυπώσεις με το ωραίο κάστρο της, που χτίστηκε από τους Φράγκους τον 13ο αιώνα, αλλά «έδρασε» και κατά την Τουρκοκρατία, και κατά την Επανάσταση. Λιθόκτιστα δρομάκια, βυζαντινά εκκλησάκια και παλιά πέτρινα σπίτια συνοδεύουν τις βόλτες μέσα στο χωριό. Έξω από αυτό αναλαμβάνει η φύση και ο Αλφειός, που κυλάει στα πόδια της και στεφανώνεται από την περίφημη γέφυρα του πεντοχίλιαρου. Τέσσερα χιλιόμετρα έξω από την Καρύταινα, βρίσκεται το γεφύρι του Ατσίχολου, από όπου ξεκινούν οι διαδρομές ράφτινγκ στο Λούσιο και τον Αλφειό.
Ακόμη πιο έξω, στο δρόμο προς Στεμνίτσα και μέσω του χωριού Ελληνικό, ο δρόμος τερματίζει στο γεφύρι του Πολυγένη. Εδώ βρίσκεται η αρχαία Γόρτυνα, το φημισμένο στην αρχαιότητα ιερό του Ασκληπιού. Καθόλου τυχαία δεν είναι, φυσικά, η τοποθεσία. Ακόμα και σήμερα είναι ιδιαίτερα αισθητή η ιδιαίτερη ενέργεια που έχει το τοπίο, μέσα στις ερημιές και στα αγριολούλουδα, με τον ήχο του ποταμού και τα βουνά να κλείνουν προς Βορρά σχηματίζοντας το φαράγγι του Λούσιου. Αν κινηθεί κανείς νότια, ακολουθεί τη σήμανση για τα Κυκλώπεια τείχη, ενώ αντίθετα αν κινηθεί βόρεια, γρήγορα μπαίνει στο φαράγγι.
Η Στεμνίτσα με τα κεφαλόβρυσα στη σκιά αιωνόβιων πλατάνων και μια ζωντανή πλατεία γεμάτη καφενεία και ταβέρνες, συνθέτουν ένα από τα ομορφότερα χωριά της Αρκαδίας. Επιβλητικά πυργόσπιτα με τοξωτά υπέρθυρα, πέτρινα καλντερίμια που ανηφορίζουν περνώντας κάτω από τις καμάρες των σπιτιών, θυμίζοντας τα βυζαντινά «διαβατικά», και χάνονται μέσα στις καρυδιές και τις κερασιές.
Είναι ένα από τα πιο όμορφα και ιστορικά χωριά της Ορεινής Αρκαδίας και της Πελοποννήσου, χτισμένη αμφιθεατρικά στις δυτικές πλαγιές του Μαινάλου, στους πρόποδες της Κλινίτσας και σε υψόμετρο 1100 μέτρων, ενώ γοητεύει με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της, τα αρχοντικά της, τις ωραίες βυζαντινές εκκλησίες και τα γραφικά καλντερίμια της.
Η φυσική θέση του χωριού αυτού ανάμεσα στο ελατόδασος του βουνού και του φαραγγιού του Λούσιου, η γραφικότητά του και η γειτνίασή του με τα αξιοθέατα της ευρύτερης περιοχής το καθιστούν ιδεώδη τόπο για χειμερινές διακοπές και ως παραθεριστικό κέντρο.
Στη Στεμνίτσα, η ζωή στο χωριό κυλάει ήρεμα μέσα στη φύση, με τον τουρισμό, με την κτηνοτροφία και με την οικοδομή. Το χωριό είναι γενικότερα αρκετά ζωντανό. Εκεί βρίσκεται η φημισμένη Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας, η οποία είναι πλέον ΙΕΚ και φέρνει αρκετούς νέους στο χωριό. Από τους μεταβυζαντινούς χρόνους η Στεμνίτσα έβγαζε αργυροχρυσοχόους, φημισμένους τεχνίτες που ταξίδευαν στον κόσμο, μιλούσαν σε συνθηματική γλώσσα, τα μεστιτσιώτικα, και ήταν γνωστοί, εκτός από την τέχνη τους, και για τις νοθείες τους. Λέγεται πως γι’αυτό γέμισαν και τη Στεμνίτσα εκκλησάκια, για να εξιλεωθούν. Τώρα, αυτά είναι οι αφορμές για να περπατήσει κανείς στα λιθόστρωτα καλντερίμια του χωριού. Και τα παλιά σπίτια επίσης, με τα ανώγια και τα κατώγια, τα ξύλινα χαγιάτια και τις ωραίες τους πόρτες.
Οι κάτοικοι της Στεμνίτσας είναι πολύ φιλόξενοι και υποδέχονται πάντα τους επισκέπτες με θέρμη, φιλική διάθεση και προθυμία να «περπατήσουν» μαζί τους στα γραφικά δρομάκια. Το χωριό είναι ήρεμο, μέσα σε ένα μοναδικό φυσικό τοπίο και αποτελεί τον ιδανικό προορισμό για τον επισκέπτη της ορεινής Αρκαδίας, που θέλει να ζήσει μακριά από πολύβουα αστικά κέντρα.
Στο ύψος της Στεμνίτσας βρίσκεται η Μονή Προδρόμου. Είτε πιστεύει είτε δεν πιστεύει κανείς, είναι από τις πιο συγκλονιστικές εικόνες που μπορεί να δει. Κρεμασμένη, στην κυριολεξία, μέσα στο φαράγγι, γαντζωμένη στα άγρια βράχια, εμπνέει ένα δέος αλλά και θαυμασμό τους μοναχούς που αντέχουν να κατοικούν εδώ. Από τα ξύλινα μπαλκόνια της Μονής Προδρόμου που κυριολεκτικά κρέμεται πάνω από το φαράγγι του Λούσιου από τον 16ο αιώνα, η θέα μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως θεϊκή. Όλη η ομορφιά της άγριας φύσης της Πελοποννήσου βρίσκεται εδώ, στα πόδια των επισκεπτών.
Σε πολύ κοντινή απόσταση από τη Μονή Προδρόμου, ένα εκπληκτικό μονοπάτι που κατηφορίζει μέχρι το ποτάμι του Λούσιου και ανηφορίζει στην απέναντι πλαγιά του φαραγγιού, θα φέρει τον επισκέπτη στη Νέα Μονή Φιλοσόφου, που χτίστηκε το 1691. Δίπλα της θα δει το καθολικό της παλιάς μονής του 10ου αιώνα και έπειτα θα μπει στη Νέα Μονή, για να θαυμάσει τις τοιχογραφίες του 1693, που είναι ένα από τα σπουδαιότερα αξιοθέατα της περιοχής.
Η Αρχαία Γόρτυνα είναι το σημαντικότερο μνημείο στην ορεινή Αρκαδία από το αρχαίο παρελθόν της κοιλάδας του Λούσιου και παράλληλα ένας τόπος πολύ ενεργειακός. Τα ερείπια της πόλης που ήκμασε στην κλασική και την ελληνιστική εποχή βρίσκονται στην έξοδο του φαραγγιού. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν τις δύο ακροπόλεις, δύο Ασκληπιεία, λουτρικές εγκαταστάσεις, ναούς και ιαματικά λουτρά.
Η Βυτίνα έχει χαρακτηριστεί ως το «στολίδι του Μαινάλου» και πράγματι ο επισκέπτης θα ανακαλύψει ένα χωριό γαλήνιο και φιλόξενο, που θα τον υποδεχθεί στην αγκαλιά του, προσφέροντας του ηρεμία και χαλάρωση.
Τα παλιά πετρόχτιστα σπίτια της έχουν μια ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία, στην οποία δεσπόζει το περίφημο μαύρο μάρμαρο της περιοχής. Ο οικισμός απλώνεται σε ευρύχωρο υψίπεδο που αγκαλιάζουν από παντού δασωμένα βουνά σε τοποθεσία κατάφυτη από πεύκα, έλατα και καστανιές. Μέσα από μια βόλτα στα όμορφα στενά της και τα δεντροσκέπαστα δρομάκια της θα δείτε από κοντά τις ομορφιές που συναντά κανείς στην ελληνική ύπαιθρο.
Στη Βυτίνα υπάρχει το λαογραφικό μουσείο με πολύτιμα αντικείμενα από την βαριά ιστορία του τόπου. Ακόμα, οι ταβέρνες του χωριού, συγκεντρωμένες η μία δίπλα στην άλλη, προσφέρουν κρασάτο κόκορα, αγριογούρουνο, χορτόπιτες και φυσικά την σπεσιαλιτέ της περιοχής, το παστό χοιρινό.
Η αγάπη των Βυτινιωτών για το χωριό τους είναι διάχυτη σε κάθε δρομάκι, σε κάθε σπίτι, σε κάθε γωνιά. Μάνα-γη πολλών σημαντικών ανθρώπων, η Βυτίνα χάρισε στην Ελλάδα, τον ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, το νομοδιδάσκαλο Βασίλειο Οικονομίδη αλλά και τον εξερευνητή, Παναγιώτη Ποταγό.
Το Λιμποβίσι, ένα ακόμα ιστορικό χωριό της Ορεινής Αρκαδίας, είναι η γενέτειρα των περήφανων Κολοκοτρωναίων και απέχει περίπου 15 χλμ. από τη Βυτίνα. Πνιγμένο, κυριολεκτικά, μέσα στα πυκνά ελατοδάση, το αναπαλαιωμένο σπίτι των Κολοκοτρωναίων, αφηγείται «σιωπηλά» τη μεγάλη του ιστορία. Σήμερα είναι ακατοίκητο, όμως σαν τόπος προσκυνήματος προσελκύει πλήθος επισκεπτών καθημερινά.
Υπάρχει πηγή με άφθονο νερό και αρκετός χώρος. Ο Δήμος Φαλάνθου, με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον και την τοπική αρχιτεκτονική, κατασκεύασε αναψυκτήριο, που λειτουργεί από τον Ιούνιο του 2006, προφέροντας τοπικά προϊόντα όπως μέλι, τσάι, παραδοσιακά γλυκά και αναψυκτικά.
Η κύρια διαδρομή για το Λιμποβίσι, με αφετηρία την Τρίπολη, είναι μέσω του Δήμου Φαλάνθου. Μετά το Παναρκαδικό νοσοκομείο ακολουθείτε το δρόμο για τα χωριά, Τσελεπάκου, Χρυσοβίτσι, Στεμνίτσα. Ένα χιλιόμετρο μετά το Χρυσοβίτσι (23 χλμ. από Τρίπολη) στρίβετε δεξιά. Περνάτε από το ακατοίκητο Αρκουδόρεμα και φτάνετε στο Λιμποβίσι, μετά από 7 χλμ. Ο δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος και σε καλή κατάσταση. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται τους χειμερινούς μήνες όπου επικρατεί παγετός.
Η Καστάνιτσα είναι ένα πανέμορφο ορεινό χωριό χτισμένο στις πλαγιές του Πάρνωνα, σε υψόμετρο 850 μέτρων, πάνω σε έναν μακρόστενο λόφο στον οποίο δεσπόζει το ύψωμα-κάστρο, με την εντυπωσιακή θέα προς το χωριό. Θεωρείται ένας από τους γραφικότερους παραδοσιακούς οικισμούς όχι μόνο της Αρκαδίας αλλά και ολόκληρης της Πελοποννήσου.
Το στοιχείο της Καστάνιτσας που τραβάει αμέσως την προσοχή του επισκέπτη είναι τα μεγάλα πετρόκτιστα λευκά σπίτια με τις γκρι σκεπές τους από σχιστόλιθο Μαλεβού, τα οποία σε κάποια σημεία είναι σαν να κρέμονται από τα βράχια του υψώματος του λόφου και μέχρι κάτω στην καταπράσινη ρεματιά, ενώ κάποια άλλα κρύβονται πίσω από τα φύλλα εκατοντάδων καστανιών, στις πλαγιές του δρόμου που οδηγεί στην κεντρική πλατεία του χωριού.
Η Καστάνιτσα οφείλει το λευκό της χρώμα στην παραγωγή ασβέστη για την οποία παλαιότερα ήταν ιδιαίτερα ξακουστή. Μάλιστα, υπήρχε περίοδος κατά την οποία λειτουργούσαν τριάντα με σαράντα ασβεστοκάμινα τα οποία έψηναν συνεχώς ασβέστη ενώ σήμερα λειτουργούν μόλις τρία – τέσσερα από αυτά.
Αν όμως το χρώμα της το οφείλει στον ασβέστη, το όνομα της προέρχεται φυσικά από τα κάστανα και το γειτονικό καστανόδασος. Παλαιότερα, η συγκομιδή των κάστανων έφτανε τους 500 τόνους, ενώ και ακόμα και σήμερα το κάστανο της περιοχής είναι φημισμένο και αποτελεί το κυριότερο παραγωγικό προϊόν της, με σχεδόν 4.000 στρέμματα καλλιεργούμενη έκταση.
«Et in Arcadia ego». Αρχαίοι ναοί και παλιά μοναστήρια καθαγιάζουν με έναν μαγικό τρόπο ολόκληρο τον τόπο. Ο ποταμός Λούσιος αστράφτει στο φαράγγι του. Πανέμορφα ιστορικά πετρόχτιστα χωριά με παραδοσιακή αρχιτεκτονική, εξαιρετικές οικογενειακες ταβέρνες, φροντισμένους ξενώνες και παλιά αρχοντικά, πυκνοδασωμένα βουνά, επιβλητικά φαράγγια, ορμητικά νερά, απίστευτα μονοπάτια και ιστορικά μοναστήρια. Η Ορεινή Αρκαδία είναι ένας ξεχωριστός, σχεδόν «μυθικός» προορισμός στην καρδιά της Πελοποννήσου. Μπορεί να την απολαύσει κανείς με την παρέα του ακόμη και μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο.
Αν φυσικά ο χρόνος το επιτρέπει, αξίζει να αναζητήσει και να επισκεφτεί κανείς στα περίχωρα της Δημητσάνας τη Μονή Φιλοσόφου και σε αυτά της Βυτίνας, την ιστορική Μονή της Κερνίτσας, δύο από τα αρχαιότερα μοναστήρια της ευρύτερης περιοχής. Επίσης, αν είναι λάτρης των extreme sports, θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να κάνει rafting ή canyoning στο Λούσιο. Τέλος, μία επίσκεψη αξίζει το υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης της Δημητσάνας, όπου η ιστορία και η παράδοση ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια των επισκεπτών.
Η εθνική οδός Αθηνών-Κορίνθου-Τρίπολης έχει σχεδόν εκμηδενίσει τις αποστάσεις και έτσι μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, μπορεί να βρεθεί κανείς από την πρωτεύουσα στην ειδυλλιακή Ορεινή Αρκαδία. Η πανέμορφη αυτή γη, με την απίστευτη εναλλαγή χρωμάτων και τοπίων αποτελεί έναν ακόμη καλά κρυμμένο θησαυρό της ελληνικής υπαίθρου. Αν, για κάποιους, ο χρόνος για διακοπές είναι κάπως περιορισμένος, δεν είναι το τέλος του κόσμου, εφόσον η επόμενη Παρασκευή, το ερχόμενο τριήμερο ή οι επόμενες διακοπές είναι σχετικά κοντά και η Ορεινή Αρκαδία πάντα έτοιμη να σας φιλοξενήσει.
ellines.com